Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2007
ήχοι σακκούλας
Πάλι την έβγαλα δίπλα σε ένα κάδο. Το έχει το πεπρωμένο μου, συχνάζω στα σκουπίδια. Μη γελάτε· άκακη συνήθεια που όμως μπορεί να γίνει σοβαρότατος εθισμός! Πώς τα καταφέρνω πάντα και δίνω ραντεβού πάνω σε σκουπιδόλοφους και με ένα κοντάρι βαθιάς ανάσας ατενίζω τον κόσμο που τρέχει ημαρμένος. Τα αυτιά μου βουίζουν μαζικά προσωπικές επαναστάσεις. Άργησε πάλι το ρολόι ή μήπως εγώ ήρθα νωρίς; Ω βρέχει! Ναι βρέχει εκεί δίπλα· τη δυστυχία του κόσμου πάνω ακριβώς από εκείνον τον κατατρεγμένο· ούτε πιο δεξιά ούτε πιο αριστερά. Έχει χωθεί ολόκληρος στον κάδο. Κοντεύει να πάρει φωτιά από τη γκρίνια των περαστικών που τον οικτίρει με αυτό το πάλι καλά, πάλι καλά που υπάρχουν και χειρότερα. Ναι, αυτές έχουν γίνει πια οι αισιόδοξες σκέψεις. Μουτζουρωμένος, ζεχνιστός, κατάλοιπο, ναι κατάλοιπο ανθρώπου, ποιός; Το δικό μας αποφάι, η δική μας σκόνη, η δική μας μπόχα, η λαιμαργία. Δεν ξεχωρίζει περισσότερο από ένα σκυλί. Υπάρχουν σκυλιά που δεν είναι χαριτωμένα, που είναι γεμάτο κόμπους το τρίχωμά τους, που δεν κουνάνε ούτε την ουρά τους. Ήξερα ένα τέτοιο σκυλί, σκωροφαγωμένο, νόμιζα το αγαπούσα, μικρό ήταν γλυκό μα μεγάλωσε, αποσκελετώθηκε, κάποια στιγμή, πολλές στιγμές ετοιμαζόταν να πεθάνει. Ερχόταν κοντά μου όταν με γνώριζε. Ακίνητο περίμενε. Και εγώ το μόνο που έκανα ήταν να το κοιτάζω.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου