Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2007
Φρικτά γηρατειά
Ζεις συνηθισμένα. Το πολύ να έχεις πει σε κάποιον μια κουβέντα παραπάνω. Πεθαίνει ο μονάκριβος υιός, ο γιος σου και από τότε σέρνεις στους τέσσερεις τοίχους τη μυρωδιά της μούχλας. Ο πατέρας του είναι πια πατέρας σου και σε φροντίζει βουβά και σε προσέχει. Αφήνεις δάκρυα σε κάθε γωνιά. Έρχεται κάποιος να σε δει και δεν αντέχεις και του δίνεις το χαρτζιλίκι όπως θα δινες σε κείνον και μοιράζεσαι μεταξύ αλήθειας και ονείρων. Μαζεύεις τα φασόλια που άφησε το παιδί σου φεύγοντας, αυτό που δεν υπήρχε μετά να σε φροντίσει όταν ο πατέρας του γέρασε τρελλάθηκε και άρχισε να σε βρίζει, όταν γέμισες το σπίτι του σκατά και μπόχα και δεν μπορούσες να συντηρηθείς δεν ήταν εκεί να σε βοηθήσει, να σε φροντίσει, να σ’ αγκαλιάσει δεν ήταν και άξιζες ν ακούς εκείνα τα πουτάνα και πόρνη κάθε βράδυ από τα χείλη του πατέρα σου, που έγινε πατέρας μου όταν πέθανες εσύ παιδί μου, γιατί τόσα χρόνια τον κρατούσα κλειστό μαζί μου σύντροφο ζωής και δεν άντεξε και τρελλάθηκε και δεν υπήρχε κανείς να μας φροντίζει γιε μου ακόμα κι εκείνοι που προσπάθησα να βάλω στη θέση σου μετά και ο γιος του γείτονα που άρχισε να μοιάζει με σένα, τον έβλεπα εσύ, κάποια στιγμή όλοι, όλοι ήταν εσύ, μόνο εγώ πάντα ήμουν κάποια άλλη, που ποτέ δεν μπορούσε να σε βρει. Άξιζε εκείνη η γυναίκα τέτοια γηρατειά κι αυτός ο άνδρας; Φριχτά γηρατειά. Φριχτά γηρατειά.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου